Tuesday, April 30, 2019

Εισαγωγή από «Το εκκρεμές του Φουκώ»

Εκδόσεις Γνώση
Μετάφραση : Έφη Καλλιφατίδη

1
ΚΕΤΕΡ (1)

Έτσι έγινε και είδα το Εκκρεμές.

Η σφαίρα αιωρείτο στο άκρο επιμήκους νήματος στηριγμένου στον τρούλο του χοροστασίου και έγραφε τις πλατιές ταλαντώσεις της με ισόχρονοη μεγαλοπρέπεια.

Εγώ ήξερα - αλλά και ο καθένας θα μπορούσε να το αντιληφθεί μες στη μαγεία εκείνης της ήρεμης ανάσας - ότι η περίοδος ρυθμιζόταν από τη σχέση ανάμεσα στην τετραγωνική ρίζα του μήκους του νήματος και σ' εκείνο τον αριθμό π που, με τρόπο παράλογο για τις γήινες διάνοιες, συνδέει αναπότρεπτα, χάρη στη θεία φρόνηση, την περιφέρεια με τη διάμετρο όλων των δυνατών κύκλων - ώστε ο χρόνος του ταξιδιού από τον ένα πόλο στον άλλο να είναι αποτέλεσμα μυστηριώδους συνωμοσίας των πιο άχρονων μέτρων, της μοναδικότητας του σημείου εξάρτησης, της δυαδικότητας, μιας αφηρημένης διάστασης, της τριαδικής φύσης του αριθμού π, του μυστικού τετραγώνου της ρίζας, της τελειότητας του κύκλου.

Ήξερα ακόμα ότι στη βάση και πάνω στην κάθετο από το σημείο εξάρτησης, ένας μαγνητικός μηχανισμός που έστελνε τις επικλήσεις του σ' έναν κύλινδρο κρυμμένο στο κέντρο της σφαίρας διασφάλιζε τη συνέχεια της κίνησης, τέχνασμα που είχε σκοπό να εναντιωθεί στις αντιστάσεις της ύλης, χωρίς να αντιτίθεται στο νόμο του Εκκρεμούς, αντίθετα μάλιστα, του επέτρεπε να καταδειχτεί, διότι στο κενό, οποιοδήποτε υλικό σημείο με βάρος, όταν εξαρτάται στο άκρο νήματος μη ελατού και αβαρούς, το οποίο δεν δέχεται τις ανιστάσεις του αέρα και δεν έχει τριβή στο σημείο εξάρτησής του, θα ταλαντούται αρμονικά ως την αιωνιότητα.


Η χάλκινη σφαίρα ανέδιδε χλομές λάμψεις, οι οποίες μεταβάλλονταν καθώς τη χτυπούσαν οι τελευταίες ακτίνες του ήλιου που γλιστρούσαν μέσα από τα υαλοστάσια. Αν, όπως άλλοτε, μπορούσε να χαϊδέψει με την ακίδα της ένα στρώμα υγρής άμμου απλωμένης στο δάπεδο του χοροστασίου, θα χάραζε με κάθε της ταλάντωση ένα αχνό αυλάκι στο χώμα, και το αυλάκι, αλλάζοντας απειροελάχιστα κατεύθυνση κάθε στιγμή, θα πλάταινε όλο και περισσότερο με μορφή ρήγματος, κοιλότητας, αφήνοντας μας να μαντέψουμε μια ακτινοειδή συμμετρία - σαν σκελετό μιας μάνταλα, αόρατη δομή μιας πεντάλφα, ενός αστεριού, ενός μυστικού ρόδου. Όχι, μάλλον μια ιστορία καταγραμμένη στο αχανές μιας ερήμου, ίχνης που απέμειναν από αμέτρητα πλανόδια καραβάνια. Μια ιστορία αργόσυρτων μετακινήσεων επί χιλιετίες, ίσως έτσι να κινήθηκαν οι Άτλαντες της ηπείρου του Μου, μια επίμονη και κτητική περιπλάνηση, από την Τασμανία ως τη Γροιλανδία, από τον Αιγόκερω στον Καρκίνο, από την Νήσο του Πρίγκιπος Εδουάρδου στις Σβάλμπαρντ. Η ακίδα επαναλάμβανε, διηγόταν για άλλη μια φορά, σε καιρούς ανύποπτους, αυτό που είχαν κάνει από τη μια εποχή των παγετώνων ως την άλλη, και ίσως ακόμη να συνέχιζαν να κάνουν, αγγελιοφόροι των Κυρίων - ίσως, στη διαδρομή από τις Σαμόες ως τη Ζεμλιά, η ακίδα ν' άγγιζε , στη θέση της ισορροπίας της, την Άγκαρθ, το Κέντρο του Κόσμου. Και μάντευα ότι ένα ενιαίο σχέδιο συνέδεε την Άβαλον, την υπερβόρεια, με την ανταρκτική έρημο που κρύβει το άινιγμα του Άγιερς Ροκ.

Τη στιγμή εκείνη, στις τέσσερις το απόγευμα της 23ης Ιουνίου, το Εκκρεμές μετρίαζε την ταχύτητά του πλησιάζοντας στο ένα άκρο του επιπέδου ταλάντωσης, για να κατευθυνθεί και πάλι ράθυμα προς το κέντρο, ν' αποκτήσει ταχύτητα στα μισά της διαδρομής του και να χαράξει μια σταθερή σπαθιά στο μυστικό τετράγωνο των δυνάμεων, των οποίων το πεπρωμένο σημάδευε.


Αν έμενα περισσότερο κι αντιστεκόμουν στο διάβα των ωρών κοιτάζονας αυτό το κεφάλι πουλιού, αυτή την αιχμή μιας λόγχης, αυτή την ανεστραμμένη περικεφαλαία, καθώς χάραζε στο κενό τις διαγωνίους του, αγγίζοντας τ' αντιδιαμετρικά σημεία της αστιγματικής του περιφέρειας, θα έπεφτα θύμα μιας θρυλικής ψευδαίσθησης, διότι το Εκκρεμές θα μ' έπειθε ότι το επίπεδο ταλάντωσης θα εκτελούσε μία πλήρη περιστροφή και μέσα σε τριάντα δύο ώρες θα επέστρεφε στο σημείο εκκίνησής του διαγράφοντας μια πεπλατυσμένη έλλειψη - η δε έλλειψη θα περιστρεφόταν γύρω από το κέντρο της με ομοιόμορφη γωνιακή ταχύτητα, ανάλογη του ημιτόνου του γεωγραφικού πλατους. Πώς άραγε θα περιστρεφόταν αν το σημείο εξάρτησής του ήταν στην κορυφή του Ναού του Σολομώντος; Ίσως οι Ιππότες να αποπειράθηκαν κάτι τέτοιο και εκεί. Ίσως ο λογισμός, το τελικό νόημα, να παρέμενε το ίδιο. Ίσως το αβαείο του Αγίου Μαρτίνου των Αγρών να ήταν ο πραγματικός Ναός. Ωστόσο, το πείραμα θα ήταν τέλειο μόνο στον Πόλο, στον μοναδικό τόπο όπου το σημείο εξάρτησης θα βρισκόταν στην ιδεατή προέκταση του άξονα της γήινης περιστροφής και όπου το Εκκρεμές θα πραγματοποιούσε τον φαινομενικό του κύκλο μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες.

Ωστόσο, δεν είχα μπροστά μου μια περέκκλιση από το Νόμο, διότι, συν τοις άλλοις, ο Νόμος την προέβλεπε, δεν ήταν παραβίαση ενός χρυσού μέτρου ώστε το θαύμα να γίνει λιγότερο θαυμαστό. Ήξερα ότι η γη περιστρέφεται, κι εγώ μαζί της, και ο Άγιος Μαρτίνος των Αγρών, και όλο το Παρίσι μαζί μου, και περιστρεφόμασταν όλοι μαζί κάτω από το Εκκρεμές που στην πραγματικότητα δεν άλλαζε ποτέ τη διεύθυνση του επιπέδου του, διότι εκεί ψηλά, από το σημείο εξάρτησής του και πέρα, στην ιδεατή προέκταση του νήματος προς το άπειρο, ψηλά προς τους πιο απόμακρους γαλαξίες, βρισκόταν, αιώνια ακίνητο, το Σταθερό Σημείο.

Η γη περιστρεφόταν, μα ο χώρος όπου ήταν στερεωμένο το νήμα ήταν το μοναδικό αμετάβλητο σημείο του σύμπαντος.

Έτσι, λοιπόν, το βλέμμα μου δεν στρεφόταν στη γη αλλά εκεί ψηλά, όπου δοξαζόταν το μυστήριο της απόλυτης ακινησίας. Το Εκκρεμές μού έλεγε ότι μολονότι όλα κινούνταν, η υδρόγειος σφαίρα, το ηλιακό σύστημα, τα νεφελώματα, οι μαύρες τρύπες και όλα τα τέκνα της κοσμικής εκπόρευσης, από τα πρώτα θεία όντα ως την πιο ιξώδη ύλη, ένα μοναδικό σημείο περέμενε ιδεατός πείρος, σφήνα, γάντζος, και άφηνε το σύμπαν να κινείται γύρω του. Και τώρα εγώ συμμετείχα σ' αυτή την υπέρτατη εμπειρία, εγώ που επίσης κινιόμουν μέσα στα πάντα και μαζί τους, μπορούσα να δω Εκείνο, το Ακίνητο, το Φρούριο, την Εγγύηση, την ολόφωτη αχλύ που δεν είναι σώμα, δεν έχει σχήμα, μορφή, βάρος, ποσότητα ή ποιότητα, και δεν βλέπει, δεν νιώθει, δεν υποκύπτει στο συναίσθημα, δεν βρίσκεται σ' έναν τόπο, ή σε χώρο και χρόνο, δεν είναι ψυχή, διάνοια, φαντασία, γνώμη, αριθμός, τάξη, μέτρο, ουσία, αιωνιότητα, δεν είναι σκότος ούτε φως, δεν είναι λάθος και δεν ειν' αλήθεια.

St. Martin des Champs
@ Google Maps

Μ' επανέφερε στην πραγματικότητα ένας διάλογος, συγκεκριμένος και απρόθυμος, ανάμεσα σ' έναν νεαρό που φορούσε γυαλιά και σε μια νεαρή που δυστυχώς δεν φορούσε.

«Είναι το εκκρεμές του Φουκώ», έλεγε εκείνος. «Το πρώτο πείραμα έγινε στο υπόγειό του το 1851, έπειτα στο Αστεροσκοπείο, και στη συνέχεια κάτω από το θόλο του Πανθέου, με νήμα μήκους εξήντα επτά μέτρων και σφαίρα βάρους είκοσι οκτώ κιλών. Τέλος, από το 1855 βρίσκεται εδώ, με μειωμένες διαστάσεις, και κρέμεται από εκείνη την τρύπα στο κέντρο των σταυροειδών δοκών».

«Και τι κάνει, αιωρείται κι αυτό είναι όλο;».

«Αποδεικνύει την περιστροφή της γης. Επειδή το σημείο εξάρτησης παραμένει σταθερό...».

«Και γιατί παραμένει σταθερό;».

«Διότι ένα σημείο... πώς να σ' το πω... στο κεντρικό του σημείο, πρόσεξε καλά, κάθε σημείο το οποίο βρίσκεται ακριβώς στο κέντρο των σημείων που βλέπεις, λοιπόν, αυτό το σημείο - το γεωμετρικό σημείο - δεν το βλέπεις, δεν έχει διαστάσεις, και ό,τι δεν έχει διαστάσεις δεν μπορεί να πάει ούτε δεξιά, ούτ' αριστερά, ούτε πάνω, ούτε κάτω. Επομένως, δεν περιστρέφεται. Κατάλαβες; Αν ένα σημείο δεν έχει διαστάσεις, δεν μπορεί και να γυρίσει γύρω από τον εαυτό του. Δεν έχει καν εαυτό...».

«Ούτε αν η γη γυρίζει;».

«Η γη γυρίζει, μα το σημείο δεν γυρίζει. Αν σ' αρέσει, αλλιώς παράτα με, εντάξει;».

«Και τι με νοιάζει; Δουλειά δική του είναι».

*

Αξιοθρήνητη. Είχε πάνω από το κεφάλι της τον μόνο σταθερό τόπο του κόσμου, τη μοναδική λύτρωση από την καταδίκη τού τα πάντα ρει, και νόμιζε ότι ήταν δουλειά δική Του και όχι δική της. Και πράγματι, το ζευγάρι σύντομα απομακρύνθηκε - εκείνος μορφωμένος από εγχειρίδια που του συσκότισαν τη δυνατότητα του θαυμασμού, εκείνη ασυγκίνητη, αδιάφορη μπροστά στο ρίγος του απείρου, χωρίς κανείς από τους δυο να καταγράψει στη μνήμη του την τρομερή εμπειρία εκείνης της συνάντησης - της πρώτης και τελευταίας - με το Ένα, το Αΐν-σοφ, το Άφατο (2) . Πώς να μην πέσεις στα γόνατα μπροστά στο βωμό της σιγουριάς;

Κοίταζα με δέος και τρόμο. Τη στιγμή εκείνη ήμουν σίγουρς ότι ο Τζιάκοπο Μπέλμπο είχε δίκιο. Όταν μου μιλούσε για το Εκκρεμές απέδιδα τη συγκίνησή του σε αισθητικό παραλήρημα, στον καρκίνο εκείνο που έπαιρνε αργά μορφή, άμορφος μες στην ψυχή του, μεταμορφώνοντας βήμα με βήμα, χωρίς ο ίδιος να το συνειδητοποιεί, το παιχνίδι του σε πραγματικότητα. Αν όμως είχε δίκιο για το Εκκρεμές, ίσως να ήταν αλήθεια και όλα τα υπόλοιπα, το Σχέδιο, η Παγκόσμια Πλεκτάνη, και έκανα καλά που ήρθα εδώ, παραμονή του θερινού ηλιοστασίου. Ο Τζιάκοπο Μπέλμπο δεν ήταν τρελός, απλώς είχε ανακαλύψει παίζοντας, μέσα από το Παιχνίδι, την αλήθεια.

Και η εμπειρία του Υπερφυσικού δεν μπορεί να διαρκέσει πολύ δίχως να διαταράξει το νου.

Προσπάθησα τότε ν' αποστρέψω το βλέμμα ακολουθώντας την καμπύλη που από τα κιονόκρανα των ημικυκλικά διατεταγμένων κιόνων οδηγούσε κατά μήκος των νευρώσεων του θόλου στην κλείδα, επαναλαμβάνοντας το μυστήριο του τόξου που στηρίζεται σε μια απουσία, απώτατη στατική υποκρισία, και σε κάνει να πιστεύεις ότι οι κίονες ωθούν προς τα πάνω τα υποστηρίγματα του θόλου, και αυτά, ωθούμενα από την κλείδα, στερεώνουν στο έδαφος του κίονες, ενώ αντίθετα ο θόλος είναι τα πάντα και τίποτα, το αίτιο και αιτιατό ταυτόχρονα. Αντιλήφθηκα όμως ότι το να παραβλέπω το Εκκρεμές, που κρεμόταν από το θόλο, για να θαυμάσω το θόλο ήταν σαν να μην έπινα από την πηγή για να μεθύσω από την κρήνη.

Το χοροστάσιο του Αγίου Μαρτίνου των Αγρών όφειλε την ύπαρξή του στο Εκκρεμές που υπήρχε χάρη στο Νόμο ∙ το ένα δεν θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς το άλλο. Δεν διαφεύγει κανείς από το άπειρο, μου έλεγε, καταφεύγοντας σ' ένα άλλο άπειρο, δεν διαφεύγει κανείς από το ταυτόσημο με την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να συναντήσει το διαφορετικό.

Αριχτεκτονικά στοιχεία γοτθικού ναού
(Οι μεταφράσεις κατά την άγνοια και ανευθυνότητα του γράφοντος)

Χωρίς ακόμα να μπορώ ν' αποτραβήξω το βλέμμα από τη κλείδα του θόλου, οπισθοχώρησα βήμα με βήμα - διότι μέσα σε λίγα λεπτά, από τη στιγμή που μπήκα, είχα μάθει απ' έξω τη διαδρομή, και οι μεγάλες μεταλλικές χελώνες που με περιστοίχιζαν ήταν αρκετά επιβλητικές ώστε να γίνονται αντιληπτές με την άκρη του ματιού μου. Διέσχισα όλο το κλίτος, προς την είσοδο, και για μία ακόμη φορά βρέθηκα αντιμέτωπος μ' εκείνα τα απειλητικά προϊστορικά πτηνά από τριμμένο ύφασμα και μεταλλικά καλώδια, μ' εκείνες τις επίβουλες λιβελλούλες που μια σκοτεινή θέληση τις κρέμασε από την οροφή του νάρθηκα. Τις αντιλαμβάνόμουν ως μεταφορές της γνώσης, πολύ πιο πλούσιες σε σημασίες και υπαινιγμούς απ' όσο τις παρίσταναν οι διδασκαλικές προφάσεις. Πτήση εντόμων και ιουράσιων ερπετών, αλληγορία των μακρινών μεταναστεύσεων που το Εκκρεμές συνόψιζε για άλλη μια φορά στη γη, άρχοντες, διαστρεβλωμένες απόρροιες, να! που πετούσαν κατά πάνω μου, με τα μακριά τους ράμφη σαν αρχαιοπτέρυγες, το αεροπλάνο του Μπρεγκιέ, του Μπλεριό, του Ενό, και το ελικόπτερο του Ντιφό.


Έτσι πράγματι μπαίνεις στο Ίδρυμα Τεχνών και Επιτηδευμάτων στο Παρίσι, αφού πρώτα έχεις διασχίσει μια αυλή του δέκατου όγδοου αιώνα, που εισχωρεί στο παλιό αβαείο το οποίο εντάχθηκε στο μεταγενέστερο συγκρότημα, όπως ακριβώς παλαιότερα ήταν εντεταγμένο στο αρχικό ηγουμενείο. Μπαίνεις και μένεις έκθαμβος μπροστά σ' αυτή τη συνωμοσία που ενώνει το απώτατο σύμπαν των ουράνιων τόξων με τον χθόνιο κόσμο των λούκουλλων των ορυκτελαίων.

Στο έδαφος απλώνεται η θεωρία των αυτοκινούμενων οχημάτων, δίκυκλα και ατμοκίνητα αμάξια, ψηλά αιωρούνται τα αεροπλάνα των πρωτοπόρων, σε μερικές περιπτώσεις τα αντικείμενα είναι ανάκατα, κι επίσης ξεφλουδισμένα, φθαρμένα από το χρόνο, και όλα μαζί φαίνονται μες στο θολό φως, μισό φυσικό, μισό ηλεκτρικό, σαν σκεπασμένα από πατίνα, απο βερνίκι παλιού βιολιού ∙ μερικά είναι απομεινάρια σκελετών, σασί, αποσυνδεδεμένες μπιέλες και μανιβέλες που σε απιειλούν με ανείπωτα μαρτύρια, έτσι όπως βλέπεις τον εαυτό σου σ' εκείνα τα κρεβάτια των ερίδων, όπου κάτι μπορεί να κινηθεί και να ψαχουλεύει τις σάρκες σου ώσπου να ομολογήσεις.

Και πέρα από αυτή την αλληλουχία των παλιών κινούμενων, και τώρα ακίνητων, αντικειμένων με τη σκουριασμένη ψυχή, απλών σημείων μιας τεχνολογικής υπεροψίας που θέλησε να τα εκθέσει στο σέβας των επισκεπτών, αριστερά από ένα άγαλμα της Ελευθερίας, σμίκρυνση εκείνου που ο Μπαρτόλντι είχε σχεδιάσει για έναν άλλον κόσμο, και δεξιά από το άγαλμα του Πασκάλ, ανοίγεται άγρυπνο το χοροστάσιο, όπου ως κορωνίδα των ταλαντώσεων του Εκκρεμούς βρίσκεται ο εφιάλτης κάθε άρρωστου εντομολόγου - δαγκάνες, γνάθοι, κεραίες, προγλωττίδες, φτερά, πόδια - , ένα κοιμητήριο μηχανικών πτωμάτων που θα μπορούσαν ν' αρχίσουν να λειτουργούν ταυτόχρονα - μαγνήτες, μονοφασικοί μετασχηματιστές, στρόβιλοι, μεταλλάκτες, ατμομηχανές, δυναμό - , και στο βάθος, πέρα από το Εκκρεμές, στο σκευοφυλάκιο, είδωλα ασσυριακά, χαλδαϊκά, καρχηδονιακά, πελώριοι Βάαλ με την κοιλιά πυρακτωμένη μέρα, παρθένες της Νυρεμβέργης με γυμνωμένη την ακανθωτή καρδιά τους, πράγματα που κάποτε υπήρξαν μηχανές αεροπλάνων - ανείπωτο αποκορύφωμα των ειδώλων που κείτονται λατρεύοντας το Εκκρεμές, σάμπως τα τέκνα του Λόγου και του Φωτός να είχαν καταδικαστεί να συνοδεύουν για πάντα το ίδιο το σύμβολο της Προδοσίας και της Γνώσης.

*

Και οι βαργεστημένοι τουρίστες, που πληρώνουν τα εννιά τους φράγκα στο ταμείο ή μπαίνουν δωρεάν τις Κυριακές, μπορούν άραγε να σκεφτούν ότι κάποιοι γηραιοί κύριοι του δέκατου ένατου αιώνα, με γενειάδα κιτρινισμένη από τη νικοτίνη, κολάρο τριμμένο και λιγδιάρικο, μαύρη γραβάτα δεμένη φιόγκο, ρεντιγκότα λεκιασμένη από ταμπάκο για μάσημα, δάχτυλα μαυρισμένα απο τα οξέα, μυαλό στυφό από ακαδημαϊκές ζηλοφθονίες, σκιώδη φαντάσματα που μεταξύ τους αποκαλούνταν «αγαπητέ δασκαλε», τοποθέτησαν αυτά τα αντικείμενα κάτω από τους θόλους χάρη σε μια ενάρετη επιθυμία επίδειξης, με σκοπό να ικανοποιήσουν του αστούς και ριζοσπάστες φορολογούμενους ή να δοξάσουν τα θαυμαστά κεφάλαια και επιτόκια; Όχι, όχι, ο Άγιος Μαρτίνος των Αγρών επινοήθηκε πρώτα ως ηγουμενείο και έπειτα ως επαναστατικό μουσείο, αυτή η συλλογή από μυστηριώδεις γνώσεις, αυτά τ' αεροπλάνα, αυτές οι αυτοκινούμενες μηχανές και οι ηλεκτρομαγνητικοί σκελετοί ήταν εκεί συντηρώντας έναν διάλογο του οποίου η διατύπωση μου διέφευγε.

*

Όφειλα τάχα να πιστέψω, όπως υποκριτικά μου έλεγε ο κατάλογος, ότι το θαυμαστό αυτό εγχείρημα επινοήθηκε από τους κυρίους της Συνέλευσης και είχε σκοπό να προσφέρει στις μάζες ένα ιεροφυλάκιο όλων των τεχνών και των επιτηδευμάτων, τη στιγμή κατά την οποία ήταν προφανές ότι το σχέδιο και οι λέξεις που το περιέγραφαν ήταν οι ίδιες που ο Φράνσις Μπέικον είχε χρησιμοποιήσει για να περιγράψει τον Οίκο του Σολομώντος της Νέας Ατλαντίδας του;

Ήταν δυνατόν μόνο εγώ - εγώ, ο Τζιάκοπο Μπέλμπο και ο Ντιοταλλέβι -  να έχουμε μαντέψει την αλήθεια; Εκείνο το βράδυ ίσως να μάθαινα ποια ήταν. Έπρεπε να καταφέρω να μείνω στο μουσείο, αφού θα είχε κλείσει, και να περιμένω τα μεσάνυχτα.

Δεν ήξερα από πού θα έμπαιναν Εκείνοι - υποπτευόμουν ότι μέσα στο δίκτυο των παρισινών υπονόμων κάποιος αγωγός συνέδεε ένα σημείο του μουσείου μ' ένα άλλο σημείο της πόλης, ίσως κοντά στην πύλη Σαιν Ντενί -, ωστόσο ήξερα με βεβαιότητα ότι αν έβγαινα δεν θα μπορούσα να μπω ξανά σ' αυτόν το χώρο. Κι επομένως, έπρεπε να κρυφτώ και να μείνω μέσα.

Προσπάθησα να ξεφύγω από τη μαγεία του χώρου και να κοιτάξω το νάρθηκα με ψύχραιμο βλέμμα. Τώρα δεν αναζητούσα πια μια αποκάλυψη, ήθελα μια πληροφορία. Υπέθετα ότι στις άλλες αίθουσες θα ήταν δύσκολο να βρω ένα χώρο και να ξεφύγω από τον έλεγχο των φρουρών (δουλειά τους είναι, μόλις κλείσει το μουσείο, να κάνουν το γύρο των αιθουσών και να προσέχουν μήπως έχει κρυφτεί κανένας κλέφτης), όμως, το κεντρικό αυτό κλίτος, το γεμάτο οχήματα, δεν ήταν μήπως το καλύτερο μέρος για να καταλύσω σαν ταξιδιώτης από μακριά; Να κρυφτώ ζωντανός μέσα σ' ένα νεκρό όχημα. Κοντά στα τόσα παιχνίδια που είχαμε κάνει, μπορούσαμε να δοκιμάσουμε κι αυτό.


Εμπρός ψυχή μου, μονολόγησα, μη σκέφτεσαι πια τη Γνώση: ζήτα βοήθεια από την Επιστήμη.

*

(1) Οι τίτλοι των δέκα κεφαλαίων του βιβλίου αντιστοιχούν στα δέκα σεφιρότ του Δέντρου της Ζωής, ένα καββαλιστικό σύστημα που παριστάνει διαγραμματικά κάθε εκδήλωση του σύμπαντος και της ανθρώπινης ψυχής. Κάθε σεφιράχ (πληθυντικός: σεφιρότ) αντιπροσωπεύει μια εξελικτική φάση και ονομάζεται Αγία Εκπόρευση. Το Κέτερ είναι η ανώτατη πηγή που τροφοδοτεί τα υπόλοιπα σεφιρότ μέχρι το Μαλκούτ, το βασίλειο της Γης. Σύμφωνα με την Καββάλα, το Δέντρο της Ζωής είναι η συμβολική παράσταση του θεϊκού υποσυνείδητου και της δημιουργίας του σύμπαντος.

(2) Σύμφωνα με τους καββαλιστές, το δεύτερο από τα τρία επίπεδα της Ανεκδήλωτης ή Αρνητικής Ύπαρξης (ή αλλιώς τα τρία Πέπλα που κρύβονται πίσω από το Κέτερ).


Υστερόγραφο

Τα προηγούμενα, σύμφωνα με το συγγραφέα, λαμβάνουν χώρα «στις τέσσερις το απόγευμα της 23ης Ιουνίου», μάλιστα «παραμονή του θερινού ηλιοστασίου». Τούτο σημαίνει πως ο Έκο τοποθετεί το θερινό ηλιοστάσιο την 24η του Ιούνη, αντί του ορθού δυο μέρες νωρίτερα. Όσο κι αν γύρεψα δε συνάντησα την παραμικρή εξαίρεση, την παραμικρότερη αστρονομική στρογγυλοποίηση ή δεκαδική αναγκαιότητα - πολύ πριν από το Γρηγοριανό του '23 - η οποία θα μπορούσε να εκτροχιάσει την ημερομηνία ετούτη πέραν της 22ας Ιουνίου. Κοινό παρόραμα - ακόμα κι ενός γίγαντα όπως ο Έκο - ή εκούσιος σημειολογικός γρίφος;

No comments:

Post a Comment